Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

μέγας ἐρρύη

См. также в других словарях:

  • κατηγορούμενο — το 1. όνομα ή άλλο μέρος τού λόγου ή φράση ή και ολόκληρη πρόταση που αποδίδουν μιαν ιδιότητα στο υποκείμενο προτάσεως με τη μεσολάβηση ενός συνδετικού ρήματος, αυτό που λέγεται για το υποκείμενο π.χ. «τὸ λακωνίζειν ἐστὶ φιλοσοφεῑν», «ο γιος μου… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»